Η ιστορία του «θαύματος»
Oι πρώτες αναφορές για την τελετή ανάγονται στον 2ο αιώνα μ.Χ. και μιλούν για μια απλή συμβολική αναπαράσταση και τίποτε άλλο. Αυτή η ιστορία κράτησε χρόνια. Μέχρι που έφτασαν διάφοροι Φράγκοι παπάδες και τυχοδιώκτες, σαν εκείνο τον απερίγραπτο (και μεταγενέστερο βεβαίως) καλόγερο, τον Κουκούπετρο, που διαβάζαμε στα σχολικά βιβλία. Αυτοί κατάλαβαν πως η υπόθεση κρύβει χρυσάφι και το γύρισαν στα… θαύματα! Μάλιστα, για να μαζέψουν κόσμο για τις σταυροφορίες, επικαλούνταν και το «θαύμα» του Αγίου Φωτός! Έτσι, η απλή τελετή με τον συμβολισμό της έδωσε τη θέση της στη δεισιδαιμονία και τον σκοταδισμό.
Οι Άραβες του Ααρούν Αλ Ρασίντ παρέδωσαν στους παπικούς καλογήρους τα προσκυνήματα των ΑγίωνΤόπων (μαζί με τα σχετικά προνόμια, που σήμαιναν και πολύ χρυσάφι) στα χρόνια του Καρλομάγνου (768-814 μ.Χ.). Όταν πέθανε ο χαλίφης, το 889 μ.Χ., τα προνόμια των καλογήρων καταργήθηκαν.
Το 1118 μ.Χ. ο Άραβας κυρίαρχος Σαλάχ Ελ Ντιν παραχώρησε στους ορθόδοξους μοναχούς τα προσκυνήματα των Αγίων Τόπων. Ο Ελ Ντιν όριζε ότι «ο πατριάρχης των Ελλήνων θα είναι ο κύριος του Καμαρέ (ναού του Παναγίου Τάφου) και αυτός θα παίρνει από τον τάφο του Ικάς το Άγιον Φως για να το μοιράζει στους Ναζωραίους (χριστιανούς)».
Έτσι πέρασε στους Έλληνες η δικαιοδοσία του Αγίου Φωτός και ο έλεγχος αυτής της «χρυσοτόκου τελετής», όπως τη χαρακτηρίζει ο ιστορικός Κυριάκος Σιμόπουλος. Και βεβαίως άρχισε και το παραμύθιασμα των χιλιάδων «χατζήδων», που ψάχνουν τη σωτηρία της ψυχής τους ταξιδεύοντας στους Αγίους Τόπους.
Όταν ο έλεγχος των προσκυνημάτων αποδόθηκε στους ορθοδόξους, συνεχίστηκε το ίδιο βιολί της εκμετάλλευσης των πιστών. Με μια διαφορά: διάφοροι Λατίνοι συγγραφείς και περιηγητές κατήγγελλαν τους ορθοδόξους ρασοφόρους για θεομπαιξία ξεχνώντας πως αυτοί ήταν οι πρώτοι διδάξαντες στο «άθλημα» αυτό. Κι όσο κι αν φώναζαν μεγάλες μορφές της Εκκλησίας, τ’ αυτί των «φρουρών του Παναγίου Τάφου» δεν ίδρωνε.
Τον 18ο αιώνα έχουμε μια διαφωτιστική αναφορά για το ιστορικό της «θαυματουργού καθόδου του Αγίου Φωτός» από τον ιησουίτη μισιονάριο (απεσταλμένο) Du Bernart. Το 1771 έστειλε από το Κάιρο υπόμνημα στον άμεσο προϊστάμενο του καθολικό επίσκοπο της Τουλούζης. Στο πρώτο μέρος αναφέρεται στο ιστορικό της τελετής, σημειώνει πως ήταν εφεύρεση των Λατίνων βασιλιάδων της Ιερουσαλήμ στα χρόνια των σταυροφοριών και προσθέτει πώς στη συνέχεια αξιοποιήθηκε από τους ορθόδοξους παπάδες:
«Ιδού το ιστορικό αυτού του δήθεν Αγίου Φωτός. Ο Foulcher de Chartres, εξομολογητής του Βaudouin Α’, δεύτερου βασιλιά της Ιερουσαλήμ, διηγήθηκε ένα θαύμα που έγινε μπροστά σ’ ολόκληρο τον λαό της Ιερουσαλήμ και που ο ίδιος είδε με τα μάτια του. Ελεγε πως το Μεγάλο Σάββατο, παραμονή του Πάσχα, ο Θεός, θέλοντας να τιμήση τον τάφο του Ιησού και να αναθερμάνει την πίστη των χριστιανών, έστειλε από τον ουρανό μια φλόγα που κατέβηκε στον Άγιο Τάφο και άναψε όλα τα καντήλια, που, σύμφωνα με τα εκκλησιαστικά έθιμα, ήταν σβηστά από τη Μεγάλη Παρασκευή. Αυτή η φλόγα, πετώντας από τη μια άκρη στην άλλη, άναψε όλα τα καντήλια του ναού.
Έλεγε, επίσης, ότι κάποτε ο Θεός, θέλοντας να δοκιμάση την πίστη των χριστιανών και να τιμωρήση ίσως τον κλονισμό της ευσέβειας τους, καθυστέρησε μερικές ώρες την πραγματοποίηση του θαύματος. Τελικά η κάθοδος του Αγίου Φωτός έγινε την ημέρα του Πάσχα ύστερα από επίσημη λιτανεία όλων των χριστιανών με επικεφαλής τον ίδιο τον βασιλιά. Ολοι βάδιζαν ανυπόδητοι με θρήνους και δάκρυα. Κραυγές αγωνίας εκλιπαρούσαν τον ‘Υψιστο να κάνει το θαύμα του.
Το θαύμα συνεχιζόταν και επί βασιλείας του Βaudouin Β’, όπως βεβαιώνουν οι Βaronius και Sponde. Ο πάπας Ουρβανός Β’, δημηγορώντας στο κονσίλιο της Κλερμόν το 1095. αυτό ακριβώς το Θαύμα επικαλέστηκε στην προσπάθεια του να πείση τους χριστιανούς πρίγκιπες της Ευρώπης να ενώσουν τους στρατούς τους και να εκστρατεύσουν για την απελευθέρωση της γης που με τέτοιο θαύμα τιμούσε ο Θεός. Αλλά κατά τα φαινόμενα το θαύμα σταμάτησε λίγο ύστερα από τους πρώτους βασιλιάδες της Ιερουσαλήμ.
Ο ζήλος των πριγκίπων της χριστιανοσύνης είχε υποχωρήσει και η ευλάβεια των καθολικών είχε εκφυλισθή. Και ενώ οι καθολικοί παραδέχονται πως το θαύμα δεν γίνεται πια, οι σχισματικοί (σ.σ.: εννοεί τους Έλληνες ορθοδόξους) βρήκαν ευκαιρία να το διαιωνίσουν.
Παπάδες και πατριάρχες εκμεταλλεύονται την ευπιστία του ποιμνίου που προσμένει την άγια ουράνια φλόγα τη νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου. Εφτά ώς οχτώ χιλιάδες πιστοί, ερεθισμένοι από την περιέργεια, συρρέουν στην Ιερουσαλήμ για να παρακολουθήσουν το θέαμα. Αυτό το πλήθος αποτελεί σημαντική πηγή πόρων για τους σχισματικούς’Ελληνες, που εξασφαλίζουν έτσι την επιβίωση τους και την κανονική καταβολή των φόρων στουςΤούρκους».
Τελετή του Αγίου Φωτός
Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση, το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου ο Ορθόδοξος Πατριάρχης με την συνοδεία του -αρχιερείς, ιερείς και διακόνους- αλλά και τον Αρμένιο Πατριάρχη μπαίνει στον Ιερό Ναό της Αναστάσεως, ενώ οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα. Από την εσωτερική είσοδο του Ναού του Αποστόλου Ιακώβου μπαίνει ο Πατριάρχης στο Ιερό Βήμα του Καθολικού και κάθεται στον πατριαρχικό θρόνο. Από αυτό το σημείο περνάνε και ασπάζονται το χέρι του Πατριάρχη οι εκπρόσωποι των Αρμενίων, των Αράβων, των Κοπτών και άλλων για να τους δοθεί το Άγιο Φως. Σύμφωνα με τα προνόμια, αν δεν ασπαστούν το χέρι του Ορθόδοξου Πατριάρχη δεν έχουν το δικαίωμα να λάβουν το Άγιο Φως από τα χέρια του. Αμέσως μετά αρχίζει η Ιερή Λιτανεία η οποία περιφέρεται τρεις φορές γύρω από τον Πανάγιο Τάφο και μετά ο Πατριάρχης σταματάει μπροστά στον Πανάγιο Τάφο όπου βρίσκονται και οι επίσημοι.
Μετά τη Λιτανεία αποσφραγίζεται ο Πανάγιος Τάφος και ο Πατριάρχης βγάζει την αρχιερατική στολή του και μένει μόνο με το λευκό στιχάριο. Στην συνέχεια Πατριάρχης Ιεροσολύμων λαμβάνει τους σβηστούς πυρσούς και εισέρχεται μαζί με τον Δραγουμάνο των Αρμενίων στο Ιερό Κουβούκλιο. Όλα τα κανδήλια είναι σβηστά και υποτίθεται πως τίποτα δεν είναι αναμμένο στον Ιερό Ναό.
Στην συνέχεια ο Πατριάρχης μπαίνει στον Πανάγιο Τάφο για να προσευχηθεί.
Η μυστική προσευχή
Γύρω από τη συγκεκριμένη προσευχή έχουν υφανθεί φοβεροί μύθοι και θρύλοι, με κοινό παρονομαστή την πεποίθηση ότι πρόκειται για κάποια μυστική δέηση που μόνο ο Έλληνας Πατριάρχης γνωρίζει! Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα: Η εν λόγω ευχή δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1933 από τον Αρχιμανδρίτη (διδάκτορα τού Πανεπιστημίου Αθηνών) Κάλλιστο Μηλιαρά και αναδημοσιεύτηκε το 1967 στο περιοδικό «Νέα Σιών», επίσημο όργανο δημοσιευμάτων τού Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. ΔΕΝ μιλάμε λοιπόν για κάποιο επτασφράγιστο, φοβερό μυστικό στο οποίο κανείς άλλος δεν έχει πρόσβαση πλην τού Ορθόδοξου Πατριάρχη!
Όμως τι λέει άραγε η προσευχή αυτή; Τι δέεται ο Πατριάρχης μέσα στο Κουβούκλιο τού Παναγίου Τάφου; Μα τι άλλο - θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς - παρά να συμβεί αυτό που (υποτίθεται ότι) κάθε φορά συμβαίνει : Να κατέλθει δηλαδή το Άγιο Φως θαυματουργικά από τον ουρανό και να φωτίσει όλη την οικουμένη! - Όμως αλίμονο, η προσευχή είναι ξεκάθαρη και δηλώνει με απόλυτη σαφήνεια ότι η φωταψία είναι απλώς μια τελετή συμβολικού χαρακτήρα και ότι το φως που εμφανίζεται κάθε Μ. Σάββατο στα Ιεροσόλυμα δεν κατέρχεται εξ ουρανού, αλλά έχει απολύτως φυσική προέλευση, χαρακτηρίζεται δε άγιο επειδή εξάγεται από τον Πανάγιο Τάφο!
Το συμπέρασμα αυτό όπως θα καταδειχθεί παρακάτω, προκύπτει αβίαστα με την απλή ανάγνωση και μόνο τής ευχής, κάτι που παραδέχεται και ασπάζεται ακόμα και ο π. Μεταλληνός (!), τα στοιχεία δε που παρατίθενται αντλήθηκαν από το βιβλίο του «ΦΩΤΟΜΑΧΙΚΑ - ΑΝΤΙΦΩΤΟΜΑΧΙΚΑ» καθώς και από «ΤΟ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΤΟΣ» τού Κ.Δ. Καλοκύρη, έργα δηλαδή ανθρώπων που το τελευταίο για το οποίο θα μπορούσε κανείς να τούς κατηγορήσει είναι ότι επιβουλεύονται την Ορθοδοξία!
Μερικά από τα επίμαχα σημεία τής ευχής στα οποία ο αναγνώστης προτρέπεται να εστιάσει την προσοχή του:
(…) μνείαν ποιούμεθα και τής εν Άδου καθόδου σου, (…) τη αστραπή τής σης θεότητος φωτός πληρώσας τα καταχθόνια. Όθεν (…) κατά τούτο το υπερευλογημένον Σάββατον (…) σε το όντως ιλαρόν και εφετόν φως εν τοις καταχθονίοις θεϊκώς επιλάμψαν, εκ τάφου δε θεοπρεπώς αναλάμψαν αναμιμνησκόμενοι, φωτοφάνειαν ποιούμεθα, σου την προς ημάς συμπαθώς γενόμενην θεοφάνειαν, εικονίζοντες˙ (…)
Δια τούτο, εκ τού επί τούτον τον φωτοφόρον σου Τάφον ενδελεχώς και αειφώτως εκκαιομένου φωτός ευλαβώς λαμβάνοντες, διαδιδόαμεν τοις πιστεύουσιν εις σε το αληθινό φως και παρακαλούμεν και δεόμεθά σου, Παναγιότατε Δέσποτα, όπως αναδείξης αυτό αγιασμού δώρον και πάσης θεϊκής σου χάριτος πεπληρωμένον, διά της χάριτος τού Παναγίου και φωτοφόρου Τάφου σου˙ (…) Αμήν.
Όπως επισημαίνει ο κ. Καλοκύρης «η ευχή είναι πολύ διαφωτιστική». Πράγματι θέλει προσπάθεια για να καταλάβει κανείς κάτι διαφορετικό! Πουθενά δεν γίνεται λόγος για θαυματουργικά εμφανιζόμενο φως, αλλά «νοείται μόνο φως φυσικό, που ανάβεται στην ανάμνηση τού Αναστάντος Χριστού, τού αληθινού φωτός τού Κόσμου». Εις ανάμνησιν λοιπόν τού θαύματος εκείνου, ο Πατριάρχης δημιουργεί - ο ίδιος - εμφάνιση φωτός, εικονίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη θεοφάνεια τού Χριστού που βίωσαν οι άνθρωποι. «Και η Ευχή (…) προχωρεί και εξηγεί το από πού παίρνεται το φως για να ανάψουν οι λαμπάδες και, στη συνέχεια, να μεταδοθεί στούς πιστούς. Και είναι ο τόπος αυτός ο άγιος Τάφος και πηγή τού φωτός το οποίο ευλαβώς λαμβάνει ο Πατριάρχης, είναι η ιερή λυχνία πού ΣΥΝΕΧΩΣ και πάντοτε καίει εκεί».
Ολοκληρώνοντας την ανάλυσή του ο κ. Καλοκύρης τονίζει με ιδιαίτερη έμφαση τη λέξη «αναδείξεις» «η οποία δηλώνει καθαρά ότι το φως (όχι μόνο δεν είναι ουρανόπεμπτο, αλλά) δεν έχει ακόμα αναδειχθεί ιδιαίτερον ‘‘αγιασμού δώρον” (…). Εάν όμως, με άλλα λόγια, το φως ήταν ουρανόπεμπτο, τότε δεν θα παρακαλούσε ο Πρωθιεράρχης όπως το αναδείξει ο Θεός. Και πώς θα γίνει αυτή η ανάδειξη; Επεξηγεί η ευχή: Διά της χάριτος τού Παναγίου Τάφου».
Ο μύθος τού σωματικού ελέγχου
Όσον αφορά τώρα στην (από εξονυχιστική έως και … διακριτική) σωματική έρευνα στην οποία (υποτίθεται ότι) υποβάλλεται ο πατριάρχης πριν από την είσοδό του στο Κουβούκλιο, κατά τον κ. Καλοκύρη όλα αυτά «είναι ένας θρύλος, προïόν κατώτερης λαïκής ευσεβόφρωνος αφέλειας (…) που υποβιβάζει σε ‘‘απάτη” την έντιμη και ακατάκριτη συμπεριφορά του, και τον παρουσιάζει έτσι ως συνεργό στην εμφάνιση ενός ψευδοθαύματος (…)».
Διότι «η αφαίρεση των αμφίων και η εμφάνισή του μόνο με το στιχάριο αποτελεί μέρος τού σχετικού Τυπικού τής Εκκλησίας. Δηλαδή πρόκειται για διαδικασία η οποία σημαίνει ότι ο Πατριάρχης, εκφράζοντας ταπείνωση και άκρα ευλάβεια, πριν πλησιάσει και περάσει στο Πανάγιο Άδυτο απεκδύεται τα δηλωτικά τού επισκοπικού αξιώματος άμφια […]» μένοντας με «το στιχάριο (το απλούστερο και κοινό άμφιο για κάθε βαθμίδας κληρικό)»!
Ο μύθος της παλαιότητας της προσευχής
Πολλοί - μεταξύ των οποίων και εσείς - επιχειρώντας να γεφυρώσουν το χάσμα των «άφωτων» αιώνων και να προσδώσουν στο «θαύμα» μεγαλύτερη παλαιότητα απ’ ότι στην πραγματικότητα τού αναλογεί, μιλούν για «χρονική συνέχεια που εκτείνεται μέχρι τον 1ο αιώνα (!), όταν ο Απόστολος Πέτρος βλέπει (;) το Φως μέσα στον Τάφο τού Ιησού» και μέμφονται τον Κοραή που στον «Διάλογο» του τοποθετεί την πρώτη μαρτυρία για το φως ως θεόπεμπτο όχι νωρίτερα από το έτος 870. Και πράγματι η μαρτυρία τού Βερνάρδου δεν είναι η αρχαιότερη׃ Σύμφωνα με τον Μοσχέμιο ήδη τον 8ο αιώνα ο Πρεσβύτερος Οθμάρος από το Πικτάβιο είδε το υπερφυσικό φως με τα ίδια του τα μάτια. Η μαρτυρία τής Αιθερίας ωστόσο (κατ’ άλλους Σύλβιας τής Ακουιτανίας) όπως είδαμε σε καμία περίπτωση δεν περιγράφει το φως ως θεόπεμπτο!
Άνευ αντικειμένου είναι επίσης η αναφορά τού Ιωάννη τού Δαμασκηνού (κάθισμα Όρθρου, του πλαγίου δ´ ήχου τής Παρακλητικής) και κατ’ επέκταση κι αυτή τού Γρηγορίου Νύσσης (Περί της Αναστάσεως τού Χριστού, ΛΟΓΟΣ Β´), πρώτον επειδή η σύνδεσή τους μ’ αυτό καθαυτό το Άγιο Φως είναι «τραβηγμένη από τα μαλλιά», κυρίως δε επειδή στο σχετικό ευαγγελικό εδάφιο (το οποίο εσείς μνημονεύετε ως την αρχαιότερη μαρτυρία και ουσιαστικά απαρχή τού θαύματος) δεν γίνεται πουθενά λόγος περί φωτός, η έκπληξη δε του Πέτρου προέρχεται όπως ξεκάθαρα αναφέρεται, από τη θέα των κενών περιεχομένου οθονίων!
Την απουσία οποιασδήποτε μνείας περί φωτός στην εν λόγω ευαγγελική περικοπή αντιπαρέρχονται μεν οι απολογητές με το επιχείρημα ότι εφόσον ο Πέτρος έφτασε στον τάφο «σκοτίας έτι ούσης» και μολαταύτα μπόρεσε να διακρίνει τα «οθόνια κείμενα μόνα», τότε λογικά θα πρέπει να υπήρχε εκεί κάποια άλλη πηγή φωτός που δεν προερχόταν από τους Αγγέλους, ξεχνώντας όμως ότι το Ευαγγέλιο, όπως εύστοχα επισήμανε ο Αγιορίτης Αρχιμανδρίτης Προκόπιος Δενδρινός περί το 1833, δεν λέει ότι ο Πέτρος ήταν αυτός που έφθασε στο μνήμα «σκοτίας έτι ούσης», αλλά η Μαγδαληνή.
Εκτός αυτού μέχρι να ειδοποιηθεί ο Πέτρος και να μεταβεί κι αυτός με τη σειρά του στον τάφο, το σκοτάδι λογικά θα είχε παρέλθει, οπότε … Όπως γίνεται λοιπόν σαφές, με λεκτικές ακροβασίες και εικασίες επί εικασιών, τα πράγματα δεν αλλάζουν׃ Οι μεγάλοι πατέρες τής Εκκλησίας αλλά και όλες εκείνες οι στρατιές περιηγητών και προσκυνητών που επί αιώνες όργωναν σπιθαμή προς σπιθαμή τούς Άγιους Τόπους, εξακολουθούν να σιωπούν σαδιστικά γύρω από το υποτιθέμενο θαύμα, αφήνοντας τούς πιστούς μ’ ένα πελώριο γιατί. Η απάντηση όμως είναι απλή׃ Επειδή δεν υπήρχε κανένα θαύμα!
Η Αφή του Αγίου Φωτός
Η τέλεσή της αποτελεί προνόμιο του ελληνορθόδοξου Πατριάρχη Ιεροσολύμων που επαναλαμβάνεται κάθε Μέγα Σάββατο μεσημέρι στη λειτουργία της Αναστάσεως, στον Πανάγιο Τάφο του Χριστού. Την παρακολουθούν χριστιανοί από όλα τα δόγματα αλλά και αλλόθρησκοι.
Σύμφωνα με μαρτυρίες πιστών το Άγιο Φως εμφανίζεται στο θόλο εντός του Ναού της Αναστάσεως αλλά και κατ΄ άλλους έξω από αυτόν και διαρκεί μερικά λεπτά. Εμφανίζεται σαν λευκογάλανες οριζόντιες ταινιώδεις αστραπές, περιστρεφόμενες ανταύγειες ή κινούμενες φλόγες που κανείς δεν γνωρίζει από που προέρχονται. Στον Ναό δεν υπάρχει ηλεκτρικό ρεύμα και ηλεκτροφωτισμός. Μαρτυρίες αναφέρουν ότι πολλές λαμπάδες των πιστών και κανδήλες ανάβουν μόνες τους, ενώ η φλόγα δεν τους καίει τα πρώτα λεπτά. Ορισμένα βίντεο δείχνουν ιερείς ή πιστούς να κινούν το κερί κοντά στα γένια τους ή στα χέρια τους και να μην παθαίνουν τίποτα.
Το Άγιο Φως αμέσως μετά την αφή του, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων το μεταδίδει στους εκπροσώπους άλλων εκκλησιών και στους πιστούς που παρευρίσκονται στον Ναό του Παναγίου Τάφου. Στη συνέχεια ο έξαρχος του Παναγίου Τάφου της Αθήνας παραλαμβάνει το ιερό ή ανέσπερον φως και με ειδική πτήση το μεταφέρει στην Αθήνα όπου με απόδοση Βασιλικών τιμών ή «τιμών αρχηγού κράτους» ακολουθεί η υποδοχή και μεταφορά του στην Μητρόπολη Αθηνών καθώς και σε ένα μεγάλο αριθμό άλλων Μητροπόλεων.
Σύμφωνα με πολυάριθμες και … άκρως διαφωτιστικές μαρτυρίες που φτάνουν μέχρι και το 745, αυτό που λάμβανε χώρα κάθε Μ. Σάββατο ήταν απλώς μια τελετή ευλογίας ενός φυσικού (και συνεπώς ΚΤΙΣΤΟΥ) φωτός προερχόμενου από μία ή και περισσότερες λυχνίες που έκαιγαν νυχθημερόν στο εσωτερικό τού Πανάγιου Τάφου! Κάποια στιγμή όμως, πιθανότατα περί τα τέλη τού 8ου αιώνα, η τελετή αυτή μυθοποιήθηκε κι έτσι προέκυψε το «θαύμα». Αυτά δεν είναι απλώς εικασίες, αλλά το συμπέρασμα που αβίαστα προκύπτει μελετώντας τη για τούς περισσότερους από εμάς, πιστούς και μη, άγνωστη προϊστορία τού Αγίου Φωτός.
Η αμφισβήτηση του θαύματος
Σύμφωνα με τον καθηγητή της Ελληνικού Κολεγίου-Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού της Βοστώνης πρωτοπρεσβύτερο Αλκιβιάδη Καλύβα, οι πιστοί των πρώτων χριστιανικών χρόνων άναβαν λαμπάδες κάθε βράδυ αλλά και το πρωί για να εξυμνείται με αυτό τον τρόπο ο Χριστός ο οποίος είναι «φως ιλαρόν».
Στο έργο του «Η Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα στην ελληνορθόδοξη εκκλησία», ο καθηγητής αναφέρει ότι το άναμμα της λαμπάδας της Αναστάσεως με το Άγιο Φως διασώζει δύο κυρίως χριστιανικές παραδόσεις: Πρώτον, το άναμμα της κανδήλας στην Ακολουθία του Εσπερινού και, δεύτερον, το άναμμα της καινούργιας φλόγας που άναβε μόνο τις ημέρες του Πάσχα. Κατά τη διάρκεια του 10ου και του 11ου αιώνα πίστευαν ότι το φως «παράγεται» με θαυματουργικό τρόπο. Την ίδια εκείνη περίοδο, στον Καθεδρικό Ναό της Ιερουσαλήμ ο πατριάρχης Ιεροσολύμων άρχισε να εισέρχεται στον Πανάγιο Τάφο και, αφού πρώτα προσευχόταν, έδινε στον αρχιδιάκονό του το Φως. Εκείνος με τη σειρά του το προσέφερε στον λαό. Αυτός είναι ο λόγος που ακόμη και στις ημέρες μας το Φως από τον Πανάγιο Τάφο μεταφέρεται από εκεί στις υπόλοιπες Ορθόδοξες εκκλησίες. Έτσι, σε χιλιάδες Ορθόδοξους ναούς σε ολόκληρο τον κόσμο οι ιερείς παίρνουν το Φως από την «ακοίμητη κανδήλα», η οποία βρίσκεται πάνω στην Αγία Τράπεζα του ναού τους και συμβολίζει τον Τάφο του Κυρίου.
Σε δημοσίευμα του πρωτοπρεσβυτέρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου π. Γεωργίου Τσέτση, επιβεβαιώνεται η θέση του καθηγητή Κωνσταντίνου Καλοκύρη ότι «πρόκειται για έναν θρύλο», ο οποίος αναπτύχθηκε στους Αγίους Τόπους μετά την εισβολή των Σταυροφόρων και μέσα στα πλαίσια της διαμάχης που υπήρχε μεταξύ των Ορθοδόξων, των Λατίνων και των Αρμενίων, καθένας από τους οποίους διεκδικούσε για τον εαυτό του το προνόμιο τού «λαμβάνειν εξ ουρανού» το Άγιο Φως. «Υπάρχει, αιώνες τώρα, διάχυτη η πεποίθηση στον ευσεβή μεν, αλλά θεολογικά και λειτουργικά απαίδευτο ορθόδοξο πιστό, που ψάχνει για «θαύματα» προκειμένου να πληρώσει το πνευματικό του κενό, ότι κατά την τελετή της αφής το άγιον φως κατέρχεται θαυματουργικά «ουρανόθεν» για να ανάψει την λαμπάδα του πατριάρχου» αλλά διευκρινίζεται ότι ο Πατριάρχης «δεν προσεύχεται για την διενέργεια θαύματος» αλλά απλώς «”αναμιμνήσκεται” της θυσίας και της τριημέρου Αναστάσεως του Χριστού».
Ο ίδιος ο Πατριάρχης «ανάβει την λαμπάδα του από την ακοίμητη κανδήλα που βρίσκεται πάνω στον Πανάγιο Τάφο [...] όπως ακριβώς πράττει ο κάθε Πατριάρχης και ο κάθε κληρικός την ημέρα της Λαμπρής». Τέλος, οι υπερβολικές τιμές που παραδοσιακά και κατά εθιμικό τυπικό αποδίδονται στο Άγιο Φως χαρακτηρίζονται ως «διασυρμός των Θείων» και γεγονός «σόλοικο που αποτελεί ασέβεια». Σύμφωνα με αυτήν την άποψη το Άγιο Φως χαίρει σεβασμού όπως κάθε εκκλησιαστικό δρώμενο και όπως το φως που δίνει ο ιερέας στους πιστούς σε κάθε εκκλησία το βράδυ της Ανάστασης χωρίς όμως υπερφυσικές προεκτάσεις.
Για τους υποστηρικτές αυτής της άποψης σε αυτό συνηγορεί και η ευχή που λέει ο Πατριάρχης κατά την τελετή της αφής: «[...] διά τούτο εκ του επί τούτον τον φωτοφόρον σου Τάφον, ενδελεχώς και αειφώτως εκκαιομένου φωτός ευλαβώς λαμβάνοντες διαδιδόαμεν τοις πιστεύσουσιν εις σε το αληθινόν φως [...]».
Από αυτό το εδάφιο συμπεραίνεται ότι δεν κατεβαίνει κάποιο υπερκόσμιο φως εξ ουρανού, αλλά χρησιμοποιείται το φως της ακοίμητης κανδήλας που καίει όλον τον χρόνο.
Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Εφραίμ Β΄ (1766-1771) χαρακτήρισε την παρουσίαση του αγίου φωτός «χειροποίητον μηχανουργίαν» και, καθώς ο ίδιος γνώριζε από την προσωπική του εμπειρία τον μηχανισμό εμφάνισής του, το περιέγραψε ως το «το χειροποίητον εκείνο φως, ού καγώ, φησι, την δραματουργίαν αυτοψεί κατανοήσας».
Ο Άγγλος περιηγητής και διπλωμάτης Robert Curzon καταγράφει ότι κατά την επίσκεψη του στην Ιερουσαλήμ το 1833, την ίδια χρονιά που οι Αρμένιοι είχαν αποτύχει για άλλη μια φορά να πάρουν δια της βίας τα δικαιώματα του Παναγίου Τάφου, ο Αρμένιος Ορθόδοξος πατριάρχης είχε απευθυνθεί στο εκκλησίασμά του και «εξήγησε ότι ήταν ψεύδος το θαύμα του αγίου φωτός», προς έκπληξη όλων, «οι οποίοι για αιώνες είχαν αμετακίνητη πίστη σε αυτό το ετήσιο θαύμα ως ένα από τα πρωτεύοντα άρθρα της πίστης τους». Περιγράφει ότι «η συμπεριφορά των προσκυνητών ήταν ταραχώδης σε υπερβολικό βαθμό [...] σαν να ήταν δαιμονισμένοι» και ότι αποτελούσε «σκηνικό απερίγραπτης αταξίας και βεβήλωσης».
Άλλοι θεωρούν ότι, εκτός του ότι δεν πρόκειται για θαυματουργική φλόγα, πρόκειται για απάτη και το αποδίδουν σε τέχνασμα των κληρικών του ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου με σκοπό την εκμετάλλευση των πιστών.
Ο Διδάσκαλος του Γένους και πρωτεργάτης της απελευθέρωσης της Ελλάδος από τον Οθωμανικό ζυγό, Αδαμάντιος Κοραής (1748-1833) κατήγγειλε το Άγιο Φως ως απάτη και προέτρεψε την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία να διακόψει αυτές τις τελετές υποστηρίζοντας ότι «η αληθής θρησκεία όχι μόνο δεν διασφαλίζεται με την απάτην αλλά και τρέχει μέγαν κίνδυνον να καταφρονηθεί παντάπασι και να συναριθμηθεί με τας ψευδείς θρησκείας όπότε μεταχειρίζεται αυτά εκείνα μέσα- (δηλαδή όταν χρησιμοποιεί απάτες)…», ονόμαζε το «Αγιο Φως» «ονειδος και αίσχος στρατηγούμενον από θρασύτατους θαυματοπλάστες» και δήλωνε κατηγορηματικά ότι «αληθής θρησκεία δεν έχει χρεία τοιούτων θαυμάτων»… Με βαθειά θλίψη ο Έλλην σοφός διαπιστώνει ότι, ενώ οι Έλληνες έχουν προς φωτισμόν μόνο το «Άγιο Φως» οι Ευρωπαίοι «ζουν μεταξύ αληθινων σοφών, περικυκλωμένοι από Ακαδημίες και Λύκεια από πάσης Τέχνης και Επιστήμης διδακτήρια. Έχουν ανοιχτές λαμπρές, δημόσιες βιβλιοθήκες και τα πιεστήρια των τυπογραφείων τους βουϊζουν καθημερινά και ασταμάτητα».
Ο Πάπας Γρηγόριος Η’ (Αρχιερατεία: 1227-1241) αποκήρυξε το Άγιο Φως ως απάτη και απαγόρευσε στους Φραγκισκανούς να έχουν οποιαδήποτε σχέση με αυτό. Επακολούθησε η καταγραφή χρονικών των Αγίων Τόπων στα οποία οι Φραγκισκανοί καυτηρίαζαν μαρτυρίες σχετικά με την τελετή. Ένας Φραγκισκανός του 15ου αιώνα, ο Φραντσέσκο Σουριάνο (Fra Francesco Suriano), εξιστόρησε λεπτομερώς την απείθαρχη έξαψη συναισθημάτων της οποίας υπήρξε μάρτυρας πριν καταγράψει την εξής παρατήρηση: «Η λεγόμενη φωτιά, όμως, δεν κατέρχεται αληθινά (και κατά τη δική μας γνώμη, των μοναχών), αν και όλα τα έθνη εξαιτίας ημών των μοναχών προσποιούνται ότι αυτό το ψεύδος είναι αληθές».
Ο Αιγύπτιος Σιήτης χαλίφης Χακίμ (Αλ-Χακίμ μπι-αμρ-Αλλάχ, 996-1021), διώκτης των Χριστιανών αν και γιος Χριστιανής, διέταξε το 1009 να καταστραφεί ολοκληρωτικά ο Ναός του Αγίου Τάφου. Άραβες χρονικογράφοι αναφέρουν ο Ναός του Αγίου Τάφου ήταν αξιοκατάκριτος καθώς «εξαπατούσε τους πιστούς» μέσω του «”θαύματος” του Αγίου Φωτός» καθώς οι αυτοκράτορες, οι στρατηγοί και άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι κυρίως από το Βυζάντιο έφερναν σε πομπές χρήματα και άλλα τιμαλφή για να τα προσφέρουν στον ναό αλλά και «οι πιο αδαείς προσκυνητές οι οποίοι πίστευαν ότι το Πάσχα το άγιο φως κατέρχεται θαυματουργικά από τον ουρανό και ανάβει τα κεριά του ναού». Ο λόγος για αυτή του την ενέργεια ήταν ότι το θαύμα του αγίου φωτός (που ήδη υφίστατο εκείνη την εποχή) αποτελούσε μια «σκανδαλώδη απάτη». Η είδηση για την καταστροφή των κτισμάτων, όταν έφτασε στην Ευρώπη, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις οι οποίες οδήγησαν τελικά στην Πρώτη Σταυροφορία.
Σύμφωνα με την αυτοβιογραφία του Ρώσου ορθόδοξου αρχιμανδρίτη (και επιστήμονα) Πορφύριου, που εκδόθηκε σε οκτάτομο βιβλίο με τον τίτλο «Το βιβλίο της ύπαρξης μου»:
«Ένας ιεροδιάκονος που κατάφερε να μπει στο ιερό του Τάφου, την περίοδο κατά την οποία θεωρείτο ότι το Φως κατεβαίνει από τον ουρανό, διαπίστωσε με τρόμο ότι το Άγιο Φως προήρχετο από ένα καντήλι το οποίο ποτέ δεν σβήνει. Μου το είπε ο ίδιος σήμερα». («Το βιβλίο της ύπαρξης μου» Τόμος:1, σελ. 671)
Ο Πορφύριος επίσης, στο ίδιο βιβλίο, αναφέρει ένα περιστατικό το οποίο διηγήθηκε σ’ αυτόν ο μητροπολίτης Ιεροσολύμων. Σύμφωνα με τη διήγηση, όταν ο στρατιωτικός διοικητης της Αιγύπτου Ιμπραήμ Πασάς (ναι! ο γνωστός μας από την Ελληνική Επανάσταση στο Μωριά) βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα, ζήτησε να του επιτραπεί η είσοδος στο ναό, προκειμένου να επιβεβαιώσει ο ίδιος της αυθεντικότητα του «θαύματος» και δήλωσε ότι αν όντως επρόκειτο για θαύμα τότε θα έκανε μια μεγάλη δωρεά στο ταμείο της εκκλησίας, διαφορετικά, άν επρόκειτο για απάτη, θα απεκάλυπτε την απάτη αυτή σε όλη την Ευρώπη και θα προέβαινε σε κατάσχεση όλης της περιουσίας του πανάγιου τάφου, η οποία είχε συγκεντρωθεί από δωρεές και τάματα των πιστών όλα αυτά τα χρόνια!
Σύμφωνα πάντα με τον Προφύριο, ο Μιχαήλ, μητροποπολίτης της Πέτρας, ο Δανιήλ μητροπολίτης της Ναζαρετ, και ο Διονύσιος επίσκοπος Φιλαδέλφειας (έτσι λεγόταν τότε το Αμμάν), ζήτησαν αμέσως συνάντηση με τον Ιμπραήμ, προκειμένου να έρθουν σε κάποια …συμφωνία.
Στη συνάντηση αυτή ο Μιχαήλ παραδέχτηκε την απάτη της αφής του φωτός από αναμμένο καντήλι και ζήτησε από τον Ιμπραήμ να μην επιχειρήσει να αποκαλύψει το μυστικό και να μην ανακατεύεται με τα της Εκκλησίας, διότι κάτι τέτοιο θα …δυσαρεστούσε τον Τσάρο Νικόλαο της Ρωσίας, με απρόβλεπτες για τον Ιμπραήμ πολιτικές και στρατιωτικές συνέπειες! Ενόψει του πιο πάνω εκβιασμού, ο Ιμπραήμ θεώρησε σκόπιμο να «θάψει» το όλο θέμα…
Και συνεχίζει ο Πορφύριος:
«…ο μητροπολίτης πρόσθεσε ότι μόνο από το θεό τον ίδιο περιμένουμε συγχώρεση για το ψέμα αυτό, διότι σε περίπτωση που το αποκαλύπταμε στους πιστούς ζητώντας απ’ αυτούς συγχώρεση, είναι βέβαιο ότι οι πιστοί θα μας διαμέλιζαν εκεί έξω στην είσοδο του ναού!» («Το βιβλίο της ύπαρξης μου» Τόμος:3, σελ. 299-301).
Σύμφωνα επίσης με μαρτυρία Κύπριου ιεροψάλτη σε τηλεοπτική εκπομπή:
«Θέλω να σας δώσω μιαν ειλικρινή μαρτυρία. Προς το παρόν ανωνύμως. Όμως, αυτά που θα σας πω, είμαι έτοιμος αν κληθώ να τα καταθέσω επωνύμως και ενόρκως, είτε ενώπιον της ιεράς συνοδού της εκκλησίας της Κύπρου είτε ενώπιον της ιεράς συνοδού της εκκλησίας της Ελλάδος.
Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχουν ειρωνείες εκεί, αλλά δεν με ενδιαφέρουν. Είμαι θρησκευόμενος και πιστεύω ακράδαντα στα θαύματα. Όσα βεβαίως είναι πραγματικά θαύματα. Στην προσωπική μου ζωή, δυο φορές γνώρισα το θαύμα και την θεία πρόνοια. Όσον αφορά την συγκεκριμένη περίπτωση, του λεγομένου θαύματος του αγίου φωτός, που συμβαίνει κάθε χρόνο το άγιο Σάββατο εις τον ιερό ναό της αναστάσεως εις Ιεροσόλυμα, έτυχε να μάθω την αλήθεια από χείλη αρχιερέως, ο οποίος επίσης την ήκουσε με τα ίδια του τα αυτιά, από χείλη αρχιερέων του πατριαρχείου Ιεροσολύμων.
Ο (εν λόγω) Αρχιερεύς, εις μια των επισκέψεων του στο σπίτι μου, για δείπνο και φιλική συζήτηση επί θρησκευτικών και πνευματικών θεμάτων, μου εκμυστηρεύθηκε ότι τις ημέρες εκείνες, έμαθε κάτι που τον αναστάτωσε και τον εσκανδάλησε. Χρησιμοποιώ τα ίδια τα λόγια του Αρχιερέως, χωρίς να αφαιρέσω ή να προσθέσω οτιδήποτε. Μου αφηγήθη λοιπόν τα εξής:
«Αυτές τις μέρες φιλοξενούμε στην ιεράν αρχιεπισκοπήν, κλιμάκιο από μητροπολίτες από το πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Ένα βράδυ μετά το δείπνον, ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος επρότεινε να πάρουμε το καφεδάκι μας στο μέγα συνοδικόν. Εκεί λοιπόν συζητώντας διάφορα θέματα ρώτησε ο Μακάριος τους φιλοξενούμενους Μητροπολίτες: Άγιοι αδελφοί, τώρα που είστε εδώ, είναι ευκαιρία να μου λύσετε μια απορία που έχω. Του είπαν στην διάθεση σου Μακαριότατε αν μπορούμε, γιατί όχι. Και τους είπε ο Μακάριος: άγιοι αδελφοί πέστε μου σας παρακαλώ τι γίνεται με το θαύμα του άγιου φωτός, είναι πράγματι θαύμα;
Οι Μητροπολίτες απ’ τα Ιεροσόλυμα εμειδίασαν και του είπαν: Μακαριότατε, κοροϊδεύουμε τον κόσμο, είναι ντροπή μας να κοροϊδέψουμε και εσένα. Ο Μακάριος είπε: Μα δηλαδή, θέλετε να πείτε πως δεν είναι θαύμα; Όχι δεν είναι θαύμα! Ε, τι είναι λοιπόν; Μακαριότατε είναι μια τελετή η οποία γίνεται κάθε μέγα Σάββατο εις τον ιερό ναό της αναστάσεως, Ο Μακάριος τους είπε: Και γιατί δεν λέτε την αλήθεια εις τον κόσμο; Και απήντησαν: Μακαριότατε ποιος τολμά να πει την αλήθεια εις τον κόσμο… θα μας λυντσάρουν. Αυτή ήταν η αφήγηση του Αρχιερέως».
Αποκαλυπτική είναι και η μαρτυρία του τοποτηρητή του Πατριαρχικού θρόνου Ιεροσολύμων, Μητροπολίτη Πέτρας Κορνήλιου. Την Μ. Τετάρτη 11-4-2001 στο κανάλι «Mega» στην εκπομπή «Γκρίζες Ζώνες» παρουσιάστηκε συνέντευξη του εν λόγω τοποτηρητή, ο οποίος μεταξύ άλλων δήλωσε:
α) Ο Πατριάρχης απεκδύεται πάσης στολής και μένει με λευκό εσώρασο, όχι για να ελεγχθεί για τυχόν εύφλεκτες ύλες, αλλά για να παραμείνει με την λευκή στολή, που συμβολίζει την στολή των αγγέλων.
β) Ο Πατριάρχης εισέρχεται στον Τάφο με λαμπάδα και προσεύχεται λέγοντας μια ειδική ευχή και ανάπτει το Φως από το φως της ακοίμητης κανδήλας, το δε φυσικό φως της κανδήλας με την ειδική αυτή ευχή μετατρέπεται σε Άγιον Φως. Έτσι το φυσικό φως καθαγιάζεται και μετατρέπεται σε Άγιο Φως. Τότε εξέρχεται του Τάφου και παραδίδει το Άγιο Φως στο πλήρωμα του Ιερού Ναού και δι’ αυτού σ’ ολόκληρο τον κόσμο. (…)
Άκρως διαφωτιστικός είναι τέλος, ο κ. Στυλιανός Χαραλαμπάκης, Χριστιανός εκκλησιαστικός συγγραφέας, το 1964:
«Τα περί του λεγομένου θαύματος του αγίου φωτός, δεν είναι δυνατόν να κοινοποιηθούν, λόγω σκανδάλου. Ευχαρίστως όμως, εφ’ όσον μ’ ερωτάτε, θα σας είπω εν περιλήψει πως γίνετε η τελετή και πώς λαμβάνετε το «άγιον» φως». «Την Μεγάλην Παρασκευήν και μετά την περιφοράν του επιταφίου πέριξ του Παναγίου Τάφου, ο Πατριάρχης τοποθετεί τον Επιτάφιον επί του Τάφου. Κατόπιν τούτου σβήνουν όλα τα κανδήλια τα εντός και εκτός του Τάφου. Την επομένην, Μέγα Σάββατον, ο Σκευοφύλαξ μεταφέρει κεκαλυμμένην με αργυρούν κάλυμμα, μία ειδικήν κανδήλα αναμμένην, την οποίαν τοποθετεί εντός του Παναγίου Τάφου. Εν συνεχεία ο διοικητής των Ιεροσολύμων σφραγίζει τον Τάφον. Ενώ λοιπόν, πάντα τα φώτα και τα κανδήλια έχουν σβυσθή, η ειδική κανδήλα εντός του Τάφου παραμένει αναμμένη. Την 10ην ώραν και μετά την σχετικήν λιτανείαν πέριξ του Αγίου Τάφου, κατά την οποίαν ψάλουν το λυχνικόν «φως ιλαρόν», ανοίγονται αι πύλαι του Ναού του Παναγίου Τάφου και εισέρχεται ο λαός. Συγχρόνως ανοίγει και η πύλη του Κουβουκλίου εις την οποίαν ευρίσκεται ο Τάφος και εισέρχεται ο Πατριάρχης, αφού προηγουμένως τυπικώς αφαιρεί τα αρχιερατικά του άμφια και μένει μόνον με το στιχάριον. Μετά από μίαν σχετικήν τυπικήν προσευχήν, λαμβάνει το «άγιον» φως, όχι βεβαίως θαυματουργικώς, δια να είμαι ειλικρινής, αλλά ανάπτει τον πυρσόν του από την αναμμένην ειδικήν κανδήλα την οποίαν είχε μεταφέρει προηγουμένως ο Σκευοφύλαξ. Αυτή με λίγα λόγια ειναι είναι η διαδικασία περί του «αγίου» φωτός».
Mια ενδιαφέρουσα και ζωντανή περιγραφή των όσων διαδραματίζονται κατά την αφή του Αγίου Φωτός έδωσε ένας περιηγητής, ο Γάλλος κληρικός Ντουμντάν, που ταξίδεψε στην Παλαιστίνη το 1561. Ο Ντουμντάν γράφει ότι οι «σχισματικοί» (έτσι αποκαλούσαν οι ρωμαιοκαθολικοί τους ορθοδόξους) αρχιερείς της Ανατολής άναβαν τη λυχνία με το τσακμάκι:
«(…) Ο πατριάρχης με πέντε ή έξι μονάχα μητροπολίτες ζυγώνει στην πύλη του Αγίου Τάφου όπου του αφαιρούν το φαιλόνιο για να μπει. Εκείνη τη στιγμή ξεσπάει καινούργιο πανδαιμόνιο. Αντηχεί τόσο βροντερά που είναι αδύνατον ν’ ακούσης και τους φοβερώτερους κεραυνούς. Χιλιάδες στόματα κραυγάζουν, με μανία, ουρλιάζουν “Ελέησον!, Ελέησον”. Τα χέρια υψώνονται ψηλά με τις λαμπάδες, τα μάτια είναι στυλωμένα στον θόλο του ναού σε αγωνιώδη προσμονή της στιγμής που θα κατέβη το Άγιο Φως. Και στις εξέδρες οι γυναίκες πολλαπλασιάζουν τα ξεφωνητά και τους στεναγμούς, σαλεύουν τα χέρια τους σε δέηση προς τον ουρανό, λες κι εκλιπαρούν τον Θεό να στείλη, επί τέλους, αυτό το φως που με τόση λαχτάρα προσμένουν. Μέσα σ’ αυτήν την οχλοβοή ο πατριάρχης μπαίνει στον Άγιο Τάφο. Οι γενίτσαροι φρουρούν αυστηρά την είσοδο ώστε να μη δη κανείς τι συμβαίνει στο εσωτερικό. Εκεί ο πατριάρχης μ’ ένα τσακμάκι δίνει φωτιά κι ανάβει τα καντήλια και μια δέσμη λαμπάδες που κρατάει στα χέρια του. Βλέποντας τον τα πλήθη να βγαίνει με το πολυφίλητο φως ξεσπούν σε επιφωνήσεις ευτυχίας, σε κραυγές χαράς, σε ομαδικό παραλήρημα ενθουσιασμού που είναι αδύνατον να περιγραφή. Κι ορμούν κατεπάνω του για ν’ ανάψουν τις λαμπάδες τους από τις δικές του, για νάχουν μια αμεσότητα επαφής με το Άγιο Φως. Δέκα βήματα πρέπει να διατρέξη για να φθάση στο ιερό. Αλλά γΓ αυτά τα δέκα βήματα χρειάστηκε ένα τέταρτο της ώρας. Τον έχουν κυκλώσει από όλες τις μεριές, τον συμπιέζουν, τον συνθλίβουν. Είναι σκεπασμένος από δάσος χεριών και από λαμπάδες, έτσι που δεν διακρίνεται πια καθόλου. Εκείνοι που βρίσκονται δεκαπέντε βήματα πίσω, απλώνουν τα χέρια τους ν’ αρπάξουν τις λαμπάδες από τους κοντινούς, οι λαμπάδες θρυμματίζονται γίνονται κομμάτια, δεν απομένει ούτε μια γερή. Οι ραβδούχοι που αγωνίζονται να επιβάλουν την τάξη, άλλους σημαδεύουν κι άλλους χτυπάνε. Κι ο πατριάρχης που κρατάει υψωμένα τα κεριά δέχεται συνεχώς χτυπήματα στα χέρια.
Στο μεταξύ το πανδαιμόνιο συνεχίζεται, κι όσο περνά η ώρα εντείνεται ολοένα. Τέλος, ο αρχιερέας φθάνει σ’ έναν πέτρινο βωμό, ανεβαίνει με δυο επισκόπους, παίρνει δύο νέες δέσμες κεριών αναμμένων και ύστερα άλλες κι άλλες. Και τα πλήθη συνωθούνται μετά μανίας για να πάρουν φως από τα χέρια του πατριάρχη.
Εκείνοι που το κατορθώνουν δεν κρύβουν τη χαρά τους, ακτινοβολούν, πανηγυρίζουν και προσφέρουν το φως που απέκτησαν ύστερα από τόση μάχη στους άλλους με αγαλλίαση και κυρίως στις γυναίκες που δεν μπορούν να πλησιάσουν.
Μερικοί, είτε από κάποια ειδική εύνοια, είτε ύστερα από μερικούς ραβδισμούς, είτε με μερικά πιάστρα που δίνουν στους γενίτσαρους μπαίνουν στον ίδιο τον Άγιο Τάφο, ανάβουν τις λαμπάδες από τα ίδια τα καντήλια που πρωτοδέχτηκαν το Άγιο Φως και βγαίνουν υπερήφανοι και πανευτυχείς. Δεν λογαριάζουν ούτε τους κόπους ούτε τα χρήματα που τους στοίχισε αυτή η επιτυχία.Μέσα σ’ ένα τέταρτο της ώρας άναψαν όλα τα καντήλια του ναού (τα υπολόγισα σε οχτακόσια). Οι σκηνές που διαδραματίστηκαν ανάμεσα στους Έλληνες για τη διανομή του Αγίου Φωτός επαναλαμβάνονται τώρα στα παρεκκλήσια των Αρμενίων, των κοπτών, των Σύρων και των Αιθιόπων, θαρρείς πως ο ναός πήρε φωτιά, ότι τον κατατρώει μια πελώρια πυρκαγιά…».
Τα αυτοαναφλεγόμενα κεριά
Υπάρχει η άποψη ότι πρόκειται για μια απόκρυφη εφαρμογή που οργανώνουν οι κληρικοί του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων εδώ και αιώνες. Μία εκδοχή που προβάλλεται σύμφωνα με την άποψη αυτή είναι ότι τα κεριά έχουν εμβαπτιστεί προηγουμένως σε φώσφορο, ο οποίος έχει την ιδιότητα της αυτοανάφλεξης μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. Ο φωσφόρος από την άλλη ως χημικό στοιχείο ανακαλύφθηκε κατά τον 17ο αιώνα και δεν απαντάται ελεύθερος στη φύση. Για τους υποστηρικτές αυτής της άποψης ήταν παρ’ όλα αυτά γνωστές από πολύ παλαιότερα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής κάποιες «θαυματουργές ουσίες» ή «κρήνες» (πηγές) που παρουσίαζαν τέτοιου είδους φαινόμενα. Αυτό με τη σειρά του μπορεί να σημαίνει ότι είτε ολόκληρος ο Πανάγιος Τάφος βρίσκεται σε μια τέτοια περιοχή είτε ότι χρησιμοποιείται αυτούσια κάποια πανάρχαιη «θαυματουργή ουσία» (χημική ένωση) της οποίας το όνομα και η σύσταση διατηρούνται μέχρι σήμερα ως ιερατικό «επτασφράγιστο» μυστικό. Εντούτοις, όπως υποστηρίζεται από πιστούς, η φλόγα που προέρχεται από το Άγιο Φως φέρεται να φωτοβολεί αλλά να μην προκαλεί καύση κατά τα πρώτα 33 λεπτά, σε αντίθεση με τη φυσική δράση της φωτιάς. Βέβαια, σε αυτή την περίπτωση καταφανής είναι η σύγκριση που γίνεται αναφορικά όχι με το φως αλλά με τη φωτιά.Ο συγγραφέας Μιχάλης Καλόπουλος έχει δημοσιεύσει έρευνα που υποδεικνύει ότι τα αυτοαναφλεγόμενα υλικά και η θρησκευτική πυροτεχνουργία που ήταν γνωστή στην αρχαιότητα είναι επαρκή για να παράγουν το αποτέλεσμα που περιγράφεται ως «Άγιο Φως».
Όπως ο ίδιος αναφέρει:
«Με τη συνδρομή του Εργαστηρίου Χημείας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης προσδιορίσαμε ότι η καταλληλότερη ουσία για μια τέτοια χρήση είναι ο λευκός φωσφόρος.
Πως όμως θα μπορούσε κανείς να καθυστερήσει αυτή την αυτόματη ανάφλεξη ώστε να συμβεί με ελεγχόμενο τρόπο σε προκαθορισμένη στιγμή; Απλά, εάν ο φωσφόρος που συνήθως φυλάγεται κάτω από νερό για να μην αναφλεγεί, διαλυθεί σε κάποιο κατάλληλο οργανικό διαλύτη και μετά ένα πανί η κερί βουτηγμένο στο διάλυμα αυτό εκτεθεί στον ατμοσφαιρικό αέρα, η αυτοανάφλεξη δεν γίνεται αμέσως αλλά καθυστερεί εως ότου εξατμιστεί σχεδόν τελείως ο διαλύτης. Στη συνέχεια το υλικό αρχίζει πρώτα να καπνίζει και τέλος αναφλέγεται, με ζωηρή φλόγα. Σημειώστε τη λεπτομέρεια της αργής προοδευτικής ανάφλεξης που ταιριάζει με τις περιγραφές των αυτοπτών μαρτύρων: “φωτιές ανάβουν σποραδικά αυτόματα σε κεριά και σε καντήλια, με «θεία» παρέμβαση, αφού αρχίσουν να καπνίζουν πριν για λίγη ώρα.” Αν όμως ο ίδιος ο παντοδύναμος Θεός άναβε θαυματουργικά κάθε χρόνο τα κεριά και τις καντήλες τι ανάγκη είχε να τα κάνει να καπνίζουν για ώρα μέσα στην κατάμεστη από πιστούς, ασφυκτικά γεμάτη εκκλησία και δεν τα ανάβει δια μιάς; Τα πειράματά μας έδειξαν ότι η αυτόματη ανάφλεξη των κεριών μπορεί να επέλθει με ελεγχόμενη χρονοκαθυστέρηση ημίσειας ώρας και άνω εξαρτώμενης από την πυκνότητα του διαλύματος του φωσφόρου και του τύπου του οργανικού διαλύτη που χρησιμοποιεί κανείς.
http://www.pare-dose.net/blog/?p=149
Η «μηχανουργία» του «Αγίου Φωτός»
ΒΑΓΙΑΣ,ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ
http://www.davlos.gr/webfiles/yearspec.php?id=7473&kod=13104&page=7